Text ID: 232, Feature ID:1485, Curse ID: 53, Audollent (1904) - DT

 Texts: id 46398
txt_id
232
text
Ἐξορκίζω σε ὅστις ποτ᾽ οὖν εἶ, νεκυδαίμων ἄωρε, κατὰ τ . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . κ̣αὶ τὰ̣ . . . . . τα [ὀνό]ματα α . . πων
βρουραβρουρα μαρμαρει μαρμαρει αμαρταμαρει απε-
ωρνομ φεκο̣μφθω βαιεψων σ̣αθ̣σαθιε̣α̣ω . . . . ββαιφ̣ρι
ἵνα καταδήσης τοὺς ἵππους τοῦ οὐενέτου καὶ τοῦ συνζύγ[ου
αὐτοῦ πρασίνου . . . . . . ]εους σ̣ο̣ι̣ [σεσημειωμ]ένα ἐν τοῖς θα[λ]α[σσίοις]
ὀστράκοις παρακατατέθηκα ἐν τούω τῶ σκεύει, Οὐιττᾶτον
Δηρεισῶρε Οὐικτῶρε Ἀρμένιον Νίμβον Τύριον Ἀμ̣ο̣ρ̣ε̣ Πραικλ̣-
ᾶρον τὸν καὶ Τερτραπλ̣ὰ̣ Οὐιρεῖλε Παρᾶτον Οὐικτ[ῶ̣ρε
Ἰμβου]τρί[ουμ] Φονεῖκε Λίκον καὶ τοῦ συνζύγου αὐτοῦ πρα-
σίνου Δάρειον Ἄγιλε Κουπείδινε Πουγιῶνε Πρ-
ετιῶσον Προυνικὸν Δάρδανον Εἴναχον Φλόριδον Πάρδον
Σερουᾶτον Φούλγιδον Οὐικτῶρε Προφίκιον· κατά-

δησον αὐτοῖς τὸν δρόμον τὴν δύναμιν τὴν ψυχὴν τὴν ὁρμὴν τ-
ὴν ταχύτητα, ἄφελε αὐτῶν τὴν νείκην, ἐμπόδισον αὐ-
τοῖς τοὺς πόδας, ἐκκόψον ἐκνεύρωσον ἐξάρθρωσον αὐτοὺς ἵνα
μὴ δυνασθῶσιν τῆ αὔριον ἡμέρα ἐλθόντες ἐν
τῶ ἱπποδρόμω μήτε τρέχειν μήτε περιπατεῖν μήτε ν-
εικησαι μηδὲ ἐξελθεῖν τοὺς πυλῶνας τῶν ἱππαφ-
ίων μήτε προβαίνειν τὴν ἀρίαν μήτε τὸν σπάτιον μηδὲ
κυκλεῦσαι τοὺς καμπτῆρας, ἀλλὰ πεσέτωσαν
σὺν τοῖς ἰδίοις ἡνιόχοις, Διονυσίω τοῦ οὐενέτου καὶ Λα-
μυρῶ καὶ Ῥεστουτιάνω καὶ τοῦ συνζύγου αὐτοῦ
πρασίνου Πρώτω καὶ Φηλεῖκε καὶ Ναρκίσσω ἀνάγ̣κα-
ν . . . . . αρε . α . . . . . . . . . α . ν . . . . κ
αμαει μεσαγρα μεσακτω ασβυρ ὀρεοβαβζαγρα μ-
ασκελλει φνουκενταβαωθ σαμφορνο̣
βεουουβεου· κατάδησον τοὺς ἵππους τοῦ οὐενέτου ὧν
τὰ ὀνόματά σοι σεσημειωμένα ἐν τού-
τω τῶ σκεύει ἐν ὀστράκοις θλασσίοις παρακατα-
τέθηκα, Οὐιττᾶτον Δηρεισῶρε Οὐι-
κτῶρε Ἀρμένιον Νίμβον Τύριον Ἀμορε Πραι-
κλᾶρον τὸν καὶ Τετραπλὰ Οὐιρεῖλε
Παρᾶτον Οὐικτῶρε Ἰμ̣β̣ο̣υτρίουμ Φονεῖκε Λί-
κον καὶ τοῦ συνζύγου αὐτοῦ π-
ρασίνου Δάρειον Ἄγιλε Κουπείδινε
Πουγιῶνε Πρετιῶσον Προυνικὸν
Δάρδανον Εἴναχον Φλό̣ριδον Πάρδον
Σερουᾶτον Φούλγιδον· κατάδη-
σον αὐτοῖς δρόμον πόδας νείκην ὁρμὴν ψ-
υχὴν ταχύτητα, ἐκκόψον ἐκ-
νεύρωσον ἐξάρθρωσον αὐτοὺς ἵνα μὴ
δυνασθῶσιν τῆ αὔριον ἡμέρα
ἐν τῶ ἱπποδρόμω μήτε τρέχειν μήτε πε-
ριπατεῖν μήτε νείκησαι
μηδὲ ἐξελθεῖν τοὺς πυλῶνας τῶν ἱππα-
φίων μηδὲ κυκλεῦσαι το
ὺς καμπτῆρας, ἀλλὰ πεσέτωσαν
σὺν τοῖς ἰδίοις ἡνιόχοις,
Διονυσίω τοῦ οὐενέτου καὶ Λα-
μυρῶ καὶ Ῥεστουτιάν-
ω καὶ τοῦ συνζύγου αὐτοῦ πρασί-
νου Πρώτω καὶ Φηλ-
εῖκε καὶ Ναρκίσσω· κατάδησον α-
ὐτοῖς τὰς χεῖρας,
ἄφελε αὐτῶν τὴν νείκην
τὸν ἀπόβασιν κ-
αὶ τὴν ὃρασιν ἵνα μὴ δυνα-
σθῶσιν βλέπειν
τοὺς ἰδίους ἀντιπάλους
ἡνιοχοῦντες, ἀ-
λλὰ μᾶλλον ἅρπασον αὐ-
τοὺς ἐκ τῶν ἰ-
δίων ἁρμάτων καὶ σ-
τρέψον ἐπὶ
τὴν γῆν ἵνα πεσέτωσ-
αν ἐμ παντὶ
τόπω τοῦ ἱππο-
δρόμου
συρόμενοι, μά-
λιστα δ-
ὲ ἐν τοῖς καμπτ-
ῆρσι-
ν, σὺν τοῖς ἰδί-
οις
ἵπποις· ἤδη ἤδ-
η,
ταχὺ ταχὺ
ταχέως.
searchable text
Ἐξορκίζω ϲε ὅϲτιϲ ποτ᾽ οὖν εἶ, νεκυδαίμων ἄωρε, κατὰ τ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . καὶ τὰ . . . . . τα ὀνόματα α . . πων βρουραβρουρα μαρμαρει μαρμαρει αμαρταμαρει απεωρνομ φεκομφθω βαιεψων ϲαθϲαθιεαω . . . . ββαιφρι ἵνα καταδήϲηϲ τοὺϲ ἵππουϲ τοῦ οὐενέτου καὶ τοῦ ϲυνζύγου αὐτοῦ πραϲίνου . . . . . . εουϲ ϲοι ϲεϲημειωμένα ἐν τοῖϲ θαλαϲϲίοιϲ ὀϲτράκοιϲ παρακατατέθηκα ἐν τούω τῶ ϲκεύει, Οὐιττᾶτον Δηρειϲῶρε Οὐικτῶρε Ἀρμένιον Νίμβον Τύριον Ἀμορε Πραικλᾶρον τὸν καὶ Τερτραπλὰ Οὐιρεῖλε Παρᾶτον Οὐικτῶρε Ἰμβουτρίουμ Φονεῖκε Λίκον καὶ τοῦ ϲυνζύγου αὐτοῦ πραϲίνου Δάρειον Ἄγιλε Κουπείδινε Πουγιῶνε Πρετιῶϲον Προυνικὸν Δάρδανον Εἴναχον Φλόριδον Πάρδον Σερουᾶτον Φούλγιδον Οὐικτῶρε Προφίκιον· κατάδηϲον αὐτοῖϲ δρόμον πόδαϲ νείκην ὁρμὴν ψυχὴν ταχύτητα, ἐκκόψον ἐκνεύρωϲον ἐξάρθρωϲον αὐτοὺϲ ἵνα δηϲον αὐτοῖϲ τὸν δρόμον τὴν δύναμιν τὴν ψυχὴν τὴν ὁρμὴν τὴν ταχύτητα, ἄφελε αὐτῶν τὴν νείκην, ἐμπόδιϲον αὐτοῖϲ τοὺϲ πόδαϲ, ἐκκόψον ἐκνεύρωϲον ἐξάρθρωϲον αὐτοὺϲ ἵνα μὴ δυναϲθῶϲιν τῆ αὔριον ἡμέρα ἐλθόντεϲ ἐν τῶ ἱπποδρόμω μήτε τρέχειν μήτε περιπατεῖν μήτε νεικηϲαι μηδὲ ἐξελθεῖν τοὺϲ πυλῶναϲ τῶν ἱππαφίων μήτε προβαίνειν τὴν ἀρίαν μήτε τὸν ϲπάτιον μηδὲ κυκλεῦϲαι τοὺϲ καμπτῆραϲ, ἀλλὰ πεϲέτωϲαν ϲὺν τοῖϲ ἰδίοιϲ ἡνιόχοιϲ, Διονυϲίω τοῦ οὐενέτου καὶ Λαμυρῶ καὶ Ῥεϲτουτιάνω καὶ τοῦ ϲυνζύγου αὐτοῦ πραϲίνου Πρώτω καὶ Φηλεῖκε καὶ Ναρκίϲϲω ἀνάγκαν . . . . . αρε . α . . . . . . . . . α . ν . . . . κ αμαει μεϲαγρα μεϲακτω αϲβυρ ὀρεοβαβζαγρα μαϲκελλει φνουκενταβαωθ ϲαμφορνο βεουουβεου· κατάδηϲον τοὺϲ ἵππουϲ τοῦ οὐενέτου ὧν τὰ ὀνόματά ϲοι ϲεϲημειωμένα ἐν τούτω τῶ ϲκεύει ἐν ὀϲτράκοιϲ θλαϲϲίοιϲ παρακατατέθηκα, Οὐιττᾶτον Δηρειϲῶρε Οὐικτῶρε Ἀρμένιον Νίμβον Τύριον Ἀμορε Πραικλᾶρον τὸν καὶ Τετραπλὰ Οὐιρεῖλε Παρᾶτον Οὐικτῶρε Ἰμβουτρίουμ Φονεῖκε Λίκον καὶ τοῦ ϲυνζύγου αὐτοῦ πραϲίνου Δάρειον Ἄγιλε Κουπείδινε Πουγιῶνε Πρετιῶϲον Προυνικὸν Δάρδανον Εἴναχον Φλόριδον Πάρδον Σερουᾶτον Φούλγιδον· κατάδηϲον αὐτοῖϲ δρόμον πόδαϲ νείκην ὁρμὴν ψυχὴν ταχύτητα, ἐκκόψον ἐκνεύρωϲον ἐξάρθρωϲον αὐτοὺϲ ἵνα μὴ δυναϲθῶϲιν τῆ αὔριον ἡμέρα ἐν τῶ ἱπποδρόμω μήτε τρέχειν μήτε περιπατεῖν μήτε νείκηϲαι μηδὲ ἐξελθεῖν τοὺϲ πυλῶναϲ τῶν ἱππαφίων μηδὲ κυκλεῦϲαι του- ὺϲ καμπτῆραϲ, ἀλλὰ πεϲέτωϲαν ϲὺν τοῖϲ ἰδίοιϲ ἡνιόχοιϲ, Διονυϲίω τοῦ οὐενέτου καὶ Λαμυρῶ καὶ Ῥεϲτουτιάνω καὶ τοῦ ϲυνζύγου αὐτοῦ πραϲίνου Πρώτω καὶ Φηλεῖκε καὶ Ναρκίϲϲω· κατάδηϲον αὐτοῖϲ τὰϲ χεῖραϲ, ἄφελε αὐτῶν τὴν νείκην τὸν ἀπόβαϲιν καὶ τὴν ὃραϲιν ἵνα μὴ δυναϲθῶϲιν βλέπειν τοὺϲ ἰδίουϲ ἀντιπάλουϲ ἡνιοχοῦντεϲ, ἀλλὰ μᾶλλον ἅρπαϲον αὐτοὺϲ ἐκ τῶν ἰδίων ἁρμάτων καὶ ϲτρέψον ἐπὶ τὴν γῆν ἵνα πεϲέτωϲαν ἐμ παντὶ τόπω τοῦ ἱπποδρόμου ϲυρόμενοι, μάλιϲτα δὲ ἐν τοῖϲ καμπτῆρϲιν, ϲὺν τοῖϲ ἰδίοιϲ ἵπποιϲ· ἤδη ἤδη, ταχὺ ταχὺ ταχέωϲ.
 
more...